Το σημερινό κυρίαρχο σύστημα παραγωγής –
εμπορίας/διανομής τροφίμων (και των υπόλοιπων αγροτικών προϊόντων) είναι απαράδεκτο, γιατί καθορίζεται από τα συμφέροντα μιάς φούχτας
μεγάλων εταιρειών (κυρίως παραγωγής εφοδίων, μεταποιητικών και
εμπορίου-διανομής), που αποσκοπούν στο δικό τους κέρδος και όχι στην
εξυπηρέτηση των πραγματικών ανθρώπινων αναγκών. Συνδέεται άρρηκτα με το συνολικό
κυρίαρχο κοινωνικοοικονομικό σύστημα, που προωθεί την εγκατάλειψη της υπαίθρου
και τη διόγκωση των αστικών κέντρων, που
κρατά απομονωμένους τους παραγωγούς από τους καταναλωτές,
(καταδυναστεύοντας και τους μέν και τους δε), ελέγχει σχεδόν ολοκληρωτικά
πολιτικές ηγεσίες και επιστημονική κοινότητα, ελέγχει τις καταναλωτικές
συνήθειες μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού και επιβάλει ως μονόδρομο αυτό το
πρότυπο αγροτικής «ανάπτυξης» που είναι στην πραγματικότητα καταστροφικό. Είναι
καταστροφικό γιατί:
Οι κυρίαρχες τεχνικές
καλλιέργειας (εκτεταμένες μονοκαλλιέργειες, πολύ ψηλή μηχανοποίηση, κακοποίηση
του εδάφους, άφθονη χρήση τοξικών παρασιτοκτόνων και συνθετικών λιπασμάτων
κ.α.) εξαντλούν και καταστρέφουν το έδαφος, τον βασικό πόρο στον οποίο
βασίζεται η παραγωγή τροφίμων, ενώ σπαταλούν
και άλλους απαραίτητους πόρους
(νερό, ενέργεια, βιοποικιλότητα κ.α.). ‘Όλα αυτά συνήθως με το πρόσχημα του
χαμηλού κόστους και του οικονομικού «ορθολογισμού», που, όμως, συνεπάγεται την
οικολογική καταστροφή και την άθλια ποιότητα των τροφίμων.
Η παγκόσμια διακίνηση
τεράστιων ποσοτήτων τροφίμων απαιτεί μεγάλη κατανάλωση ενέργειας- πρακτικά καυσίμων
από πετρέλαιο-, ενώ διαλύει τις τοπικές αγροτικές οικονομίες, δεδομένου ότι
οποιαδήποτε στιγμή προ-
ϊόντα πιο φτηνά από τα ντόπια μπορούν να εμφανιστούν στην παγκόσμια αγορά.
ϊόντα πιο φτηνά από τα ντόπια μπορούν να εμφανιστούν στην παγκόσμια αγορά.
Η υπερβολική ζήτηση κρέατος εξ αιτίας των (ανθυγιεινών) συνηθειών
διατροφής έχει ως αποτέλεσμα τη θυσία μεγάλων καλλιεργήσιμων ή ακόμα και
δασικών εκτάσεων (αποδάσωση) για βοσκοτόπια και για παραγωγή ζωοτροφών αντί για
τροφών για ανθρώπους, με αποτέλεσμα εξαιρετική σπατάλη θερμίδων. Υπάρχει επίσης
μεγάλη σπατάλη τροφίμων διεθνώς.
H διαφαινόμενη –στο κοντινό
μέλλον- έλλειψη τροφίμων οδηγεί μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες στην αγορά
τεράστιων εκτάσεων στην Αφρική και την Ασία για αγροτική εκμετάλλευση. Οι μικροί παραγωγοί εκτοπίζονται.
Δημιουργούνται τεράστια οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα. Παράλληλα, η
διαχείριση αυτών των τεράστιων εκτάσεων με μοναδικό γνώμονα το άμεσο κέρδος
(όπως συνήθως γίνεται), καταλήγει, όπως προαναφέρθηκε, σε καταστροφικές πρακτικές για το έδαφος, το
νερό, τη βιοποικιλότητα, το τοπίο και
τους άλλους φυσικούς πόρους.
Οι περισσότεροι μικροί
παραγωγοί σε παγκόσμιο επίπεδο ζούν σε ένα καθεστώς άγχους και ανασφάλειας όσον
αφορά την οικονομική τους επιβίωση, ενώ πολύ συχνά δουλεύουν σε εξαιρετικά
ανθυγιεινές συνθήκες. Παράλληλα, οι περισσότεροι καταναλωτές, ιδιαίτερα στα πιο
φτωχά και πιο αμόρφωτα τμήματα του πληθυσμού, τρώνε τρόφιμα άθλιας ποιότητας με
αποτέλεσμα την επιβάρυνση της υγείας τους.
Είναι σαφές πως απαιτείται – για το καλό όλων
μας- μια ριζική αντικατάσταση του
παραπάνω προτύπου με ένα άλλο, με τα παρακάτω χαρακτηριστικά:
Τα κινήματα των
πολιτών σε παγκόσμιο επίπεδο πρέπει να υποστηρίξουν τους μικρούς παραγωγούς τόσο με την επιλογή αγοράς
των προϊόντων τους, όσο και με την πίεση σε κυβερνήσεις και
διεθνείς οργανισμούς, ώστε να ελαχιστοποιηθούν οι μονοπωλιακές και
ολιγοπωλιακές καταστάσεις στον τομέα των τροφίμων. Η διατήρηση των πολλών μικρών παραγωγών δεν είναι μόνο θέμα
κοινωνικής δικαιοσύνης και σταθερότητας, είναι αναγκαία για τη διαμόρφωση μιάς
βιώσιμης γεωργίας με τα χαρακτηριστικά που περιγράφουμε παρακάτω.
Οσον αφορά τις τεχνικές καλλιέργειας αυτές πρέπει να
στραφούν προς την κατεύθυνση μιάς
οικολογικής γεωργίας με λίγες εισροές ενέργειας και εφοδίων και βασισμένης
κυρίως σε τοπικούς πόρους- με τη λογική
–κατά το δυνατόν- της τοπικής παραγωγής για τοπική κατανάλωση (λιγότερες
μετακινήσεις προϊόντων). Μια τέτοια γεωργία απαιτεί περισσότερους εργαζόμενους
στη γή, (που θα δουλεύουν και χειρωνακτικά και με τη βοήθεια προσαρμοσμένης
τεχνολογίας), γεωργούς με γνώση και
συνειδητό δεσμό με τη γή και τη δουλειά τους, που θα δουλεύουν σε ευχάριστο και
υγιεινό περιβάλλον και τους οποίους η κοινωνία θα αμείβει δίκαια. Αυτό σημαίνει
πως τα προϊόντα – που θα είναι σαφώς ανώτερης ποιότητας- μπορεί (και πιθανά θα
είναι) ακριβότερα από τα σημερινά, με
όρους σημερινών χρηματικών τιμών. Όμως το συνολικό συλλογικό και ατομικό όφελος (υγεία-μακροζωΐα των ανθρώπων,
μικρότερο κόστος περίθαλψης), όπως και το γενικό όφελος απο την προστασία της φύσης
πιστεύουμε πως θα κάνει αποδεκτό αυτό το γεγονός από τους καταναλωτές, εφ όσον
αυτοί είναι ενημερωμένοι και διαμορφώνουν συνειδητά τις ανάγκες και
προτεραιότητές τους.
Αλλωστε, η δημιουργία
δικτύων απ ευθείας σύνδεσης παραγωγών-καταναλωτών μπορεί να μειώσει τους
μεσάζοντες με αμοιβαίο όφελος παραγωγών και καταναλωτών. Σε
Τα παραπάνω φαίνονται ίσως ουτοπικά, αλλά είναι
σημαντικό να τα έχουμε ως στόχο και να προσπαθούμε εδώ και τώρα να τα
υλοποιούμε, έστω σε μικρή και τοπική κλίμακα. Τόσο στην Κρήτη όσο και στην
υπόλοιπη Ελλάδα και σε όλο τον κόσμο υπάρχουν προσπάθειες από μικρούς και
μεγάλους μεμονωμένους οικοκαλλιεργητές, πρωτοβουλίες για συλλογικά σχήματα
καλλιέργειας, πειραματισμοί στη βιοδυναμική γεωργία και στην permaculture, δίκτυα διακίνησης οικολογικών και fair trade προϊόντων, σχήματα κοινωνικά
υποστηριζόμενης γεωργίας, αστικοί και σχολικοί λαχανόκηποι κ.α.
O καθένας μας
μπορεί, ως ενεργός πολίτης, -ανεξάρτητά από την κύρια ενασχόλησή του- να
βοηθήσει στη σταδιακή δημιουργία αυτού του διαφορετικού τοπίου στην παραγωγή,
διανομή και κατανάλωση τροφίμων.
«Ακόμα και το μεγαλύτερο ταξίδι αρχίζει με
ένα μόνο βήμα….»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου